Στέλιος Χαραλαμπόπουλος
Το φανταστικό ταξίδι στην ποίηση του Φερνάντο Πεσσόα και του Κωνσταντίνου Καβάφη
Από την Κατερίνα Αγγελιδάκη Θα μπορούσαν να είχαν ταξιδέψει μαζί; Θα μπορούσαν να είχαν συναντηθεί πάνω στο κατάστρωμα, τυχαία; Θα μπορούσαν ακόμα και να είχαν μιλήσει, όπως πράγματι έκαναν ο Διονύσιος Σολωμός με τον εθνικό βάρδο της Πολωνίας Ιούλιους Σλοβάτσκι, πάνω σ' ένα πλοιάριο μεταξύ Κέρκυρας και Ζακύνθου;
Για τον Στέλιο Χαραλαμπόπουλο, σκηνοθέτη και σεναριογράφο της ταινίας «Τη νύχτα που ο Φερνάντο Πεσσόα συνάντησε τον Κωνσταντίνο Καβάφη», η ονειρική λογοτεχνική συνάντηση των δύο μεγάλων ποιητών της Ελλάδας και της Πορτογαλίας θα μπορούσε να είχε συμβεί πραγματικά. Ο σκηνοθέτης εικονοποίησε τη συνάντηση αυτή πάνω στο ιταλικό υπερωκεάνιο «Saturnia» στις 21 Οκτωβρίου 1929. Εκεί, πάνω στα κύματα, ο μονήρης αισθητής της Αλεξάνδρειας αντίκρισε τον ισχνό, μυστηριώδη και μελαγχολικό ναυπηγό των άπειρων ετερωνύμων Πεσσόα. Μια συνάντηση μυθολογική, αν αναλογιστεί κανείς ότι ο Πεσσόα, ένας Πορτογάλος, είναι ο απόγονος του δαίμονα των μεταμορφώσεων Πρωτέα, που καταγόταν από την Αίγυπτο και αφομοίωσε όσο κανείς όλα του τα χαρίσματα. Μια συνάντηση μεταφυσική, διότι πάνω στον σπασμένο καθρέφτη των πολλαπλών εγώ του Πεσσόα προβάλλει μέσα στη νύχτα ο γέρων ποιητής της Ιστορίας, ο Καβάφης, που «περπατά πάνω σε πρόσωπα νεκρών» (Σεφέρης). Και σίγουρα μια συνάντηση κάπως ποιητικότερη, αν τη συγκρίνει κανείς μ' εκείνη του Προυστ και του Τζόις, που όταν βρέθηκαν κάποτε μαζί μίλησαν μόνο για τις αρρώστιες τους.
Τι κοινό έχει ο Καβάφης με τον Πεσσόα και σας ενέπνευσαν αυτή τη «συνάντηση», εκτός από το ότι και οι δύο, για λογαριασμό του ο καθένας, κατάφεραν να μετατρέψουν τις υπερβολικές εξοχές μιας κουλτούρας περιφερειακής σε λογοτεχνία παγκόσμιας εμβέλειας;
«Οταν, πριν από χρόνια, διάβασα Πεσσόα, ένιωσα την ανάγκη να ξαναδιαβάσω τον Καβάφη. Δεν ξέρω γιατί. Εκ των υστέρων λέω ότι με συγκίνησε το ότι δύο άνθρωποι που έζησαν τόσο ταπεινές ζωές υπαλλήλων -στην Εταιρεία Αρδεύσεων ο Καβάφης, μεταφραστής εμπορικής αλληλογραφίας ο Πεσσόα- κατόρθωσαν να δημιουργήσουν ένα απέραντο ποιητικό σύμπαν μέσα από δύο μικρά δωμάτια. Και οι δύο απεμπόλησαν το δικαίωμα στη ζωή για να γίνουν ερημίτες. Είναι δύναμη και αγιότητα ο εκούσιος εγκλεισμός προκειμένου να συλλάβουν με το πνεύμα και τη σκέψη τον κόσμο».
Υπήρχαν όμως και μεγάλες διαφορές μεταξύ τους. Ο Καβάφης ήταν ολιγογράφος (154 αναγνωρισμένα ποιήματα), ενώ στο περίφημο μπαούλο του Πεσσόα βρέθηκαν χιλιάδες σελίδες. Επίσης, ο Πεσσόα αξιοποίησε τους ετερώνυμους εαυτούς του με τρόπο μοναδικό και πρωτοφανή στη λογοτεχνία.
«Ο Πεσσόα έγραψε πάνω από 27.000 σελίδες, μέρος των οποίων ακόμα δεν έχει διαβαστεί. Μέχρι στιγμής έχουν ανακαλυφθεί 72 ετερώνυμοι, "ένα μπαούλο γεμάτο ανθρώπους", όπως λέει Αντόνιο Ταμπούκι. Ο Καβάφης δεν είχε πολλαπλούς εαυτούς όπως ο Πεσσόα, αλλά συχνά ενδυόμενος διάφορα ιστορικά προσωπεία, όπως για παράδειγμα του Καισαρίωνα ή του Αιμιλιανού Μονάη, βυθίζεται στην εποχή τους. Γεγονός πάντως είναι ότι πέρα από τις διαφορές στη ζωή και στο έργο των δύο ποιητών, οι ομοιότητές τους φαντάζουν σχεδόν μεταφυσικές. Και οι δύο ορφάνεψαν από πατέρα πολύ μικροί. Και οι δύο έλαβαν αγγλική παιδεία -στο Ντέρμπαν ο Πεσσόα, όταν η μητέρα του παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο τον πρόξενο της Πορτογαλίας στη Ν. Αφρική, στην Αγγλία ο Καβάφης, μετά τον θάνατο του πατέρα του. Και οι δύο φοίτησαν σε εμπορικά λύκεια. Και οι δύο κατάγονταν από αριστοκρατικές οικογένειες που βρέθηκαν σε φάση παρακμής. Και οι δύο δεν ταξίδεψαν πολύ όταν μεγάλωσαν, ο Πεσσόα από 17 ετών δεν εγκατέλειψε τη Λισσαβόνα ούτε μία μέρα και ο Καβάφης στην ενήλικη ζωή του πραγματοποίησε ελάχιστα ταξίδια. Και οι δύο είχαν μια πολύ ιδιόμορφη εκδοτική στρατηγική. Ο Πεσσόα δημοσίευσε δύο συλλογές στα αγγλικά και μία στα πορτογαλικά προς το τέλος της ζωής του, ο δε Καβάφης είναι γνωστό ότι μοίραζε μονόφυλλα και αυτοσχέδιες συλλογές σε φίλους. Και τέλος, και οι δύο είχαν ιδιαίτερη ερωτική ζωή συνδεδεμένη με την ομοφυλοφιλία, αν και για τον Πεσσόα η έρευνα δείχνει ότι υπήρξε μάλλον ανέραστος με ομοφυλοφιλικές τάσεις, που ανιχνεύονται έντονα σε μέρος της ποίησής του».
Επίσης και στους δύο η αναγνώριση έρχεται μετά θάνατον.
«Ναι. Χρόνια μετά, ύστερα από έναν μοναχικό θάνατο σε νοσοκομείο και για τους δύο».
Στην ταινία σας οι δύο ποιητές συναντιούνται αλλά δεν κάνουν μια ολοκληρωμένη συζήτηση, δεν ανταλλάσσουν απόψεις για την τέχνη τους. Για ποιο λόγο κάνατε αυτή την επιλογή; Κι αν θα μιλούσαν τι θα μπορούσαν να είχαν πει;
«Θα μπορούσαν να είχαν πει πολλά διότι η εμμονή και των δύο με την ιστορία ήταν μεγάλη και ουσιαστική. Ισως και να είχαν ενθουσιαστεί με τη συνάντησή τους, μπορεί όμως και να είχαν τσακωθεί στο πρώτο λεπτό, αν λάβει κανείς υπόψη τη δυσκολία του χαρακτήρα τους... Το ότι δεν αντάλλαξαν απόψεις στην ταινία έγινε επειδή ο μάρτυρας αυτής της συνάντησης, ο φανταστικός ήρωας Καπόπουλος, στις σημειώσεις του οποίου στηρίχτηκε όλη η πλοκή της ταινίας για τη συνάντηση των δύο ποιητών, υπήρξε ένας άνθρωπος απλός, καθημερινός. Επομένως, δεν θα ήταν δυνατόν οι σημειώσεις του από τη συνάντηση αυτή να ήταν φιλολογικές».
Λέτε ότι το εύρημα της ταινίας, η γοητευτική απάτη σας, που είναι ένα φανταστικό πρόσωπο εμπνευσμένο από τα ετερώνυμα του Πεσσόα, σας εμπόδισε σεναριακά να προχωρήσετε περισσότερο. Ωστόσο θα επιμείνω να μου πείτε τον βαθύτερο λόγο που σας οδήγησε να φέρετε κοντά τον Καβάφη με τον Πεσσόα.
«Η ουσία της ποίησής τους. Οτι και οι δύο ξεκινούν από τον νου, η καρδιά ακολουθεί. Προηγείται πάντα η σκέψη, αυτή είναι η δύναμή τους. Γράφουν σε δύο λιτά δωμάτια, χωρίς φτιασίδια, όρθιος συχνά ο Πεσσόα μπροστά σε ένα κομό σ' ένα από τα 25 σπίτια που άλλαξε ("καθιστικό νομάδα" τον ονομάζει ο βιογράφος Ρομπέρ Μπρεσόν), στην οδό Λέψιους ο Καβάφης, πάνω από ένα μπορντέλο. Αλλά και το γεγονός ότι και οι δύο ήθελαν να νιώσουν μέρος μιας μεγαλύτερης συλλογικότητας. Κάνουν ένα πισωγύρισμα στην Ιστορία και μια στροφή προς τα μέσα σαν ένα είδος άμυνας σε ένα παρόν που τους ενοχλούσε. Αυτή η αναδίπλωση έδωσε στο έργο τους μια υπαρξιακή αγωνία, πάντα η αγωνία της ύπαρξης οδηγεί στη μελαγχολία σ' έναν αιώνα μεγάλων ανακατατάξεων που ένιωθαν ότι τους άφηνε απ' έξω».
Με την επίγνωση ότι η Αλεξάνδρεια και η Λισαβόνα εκπροσωπούσαν πια το παρακμιακό μεγαλείο ενός ένδοξου παρελθόντος τούς οδηγείτε σε ένα ταξίδι στην Αμερική. Γιατί πιστεύετε ότι ο Πεσσόα και ο Καβάφης θα ήθελαν να πάνε στη χώρα της ευκαιρίας και γιατί το ταξίδι αυτό ματαιώνεται τελικά;
«Ολο το έργο των ποιητών είναι μια κατάδυση στην Ιστορία, αφορμή να μιλήσουν για το παρόν με πολύ σύγχρονο τρόπο. Οταν αποφασίζουν να πάνε σ' ένα μέρος που δεν έχει ιστορία το ταξίδι τους ματαιώνεται. Το οικονομικό κραχ του '29 -κάτι δυστυχώς επίκαιρο σήμερα, αν και η ταινία γυρίστηκε πριν ξεσπάσει η κρίση- δείχνει ότι ο Νέος Κόσμος που ευαγγελιζόταν την ευημερία στηρίζεται σε χάρτινα πόδια και έτσι οι δύο ποιητές δεν φτάνουν ποτέ εκεί. Ο Πεσσόα και ο Καβάφης αντιλαμβάνονταν ότι οι κοινωνικές αλλαγές του καιρού τους είχαν κάτι όχι ακριβώς θνησιγενές, αλλά οπωσδήποτε μη ανθρώπινο, κάτι που αντιστρατευόταν την εικόνα που είχαν για τον άνθρωπο και την Ευρώπη».
(Το DVD της ταινίας πρόκειται να κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.)
Εκτύπωση σελίδας Αποστολή με Email Διάδοση στο Google Διάδοση στο del.icio.us Διάδοση στο Stumbleupon Διάδοση στο Facebook Διάδοση στο Twitter Διάδοση στο Buzz Διαβάστε επίσης
Στην κατηγορία
Βιβλίο
Με λέξεις-κλειδιά
Κινηματογράφος
Λογοτεχνία Εκτύπωση σελίδας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου